Alberta

( Αλμπέρτα )

Η Αλμπέρτα ή Αλβέρτα (αγγλικά: Alberta) είναι επαρχία του Καναδά.

Αν και βρίσκεται προς τη δυτική πλευρά του Καναδά, η Αλμπέρτα κατατάσσεται και μεταξύ των τριών επαρχιών των κεντρικών καναδικών πεδιάδων (αγγλικά: The Prairies· γαλλικά: Les Prairies). Η επαρχία συνορεύει ανατολικά με το Σασκάτσουαν, νότια με την πολιτεία της Μοντάνας των ΗΠΑ, δυτικά με τη Βρετανική Κολομβία και βόρεια με τα Βορειοδυτικά Εδάφη.

Η Αλμπέρτα έχει έκταση 661.848 τ.χλμ. που ισοδυναμεί στο 6,6% περίπου της έκτασης όλου του Καναδά και κατοικείται από 4.262.635 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021 και αντιπροσωπεύει το 11,5% του πληθυσμού της χώρας. Η Αλμπέρτα είναι η 6η μεγαλύτερη επαρχία του Καναδά ως προς την έκτασή της και 4η με βάση τον πληθυσμό της (μετά το Οντάριο, το Κεμπέκ και τη Βρετανική Κολομβία).

Τα κύρια αστικά κέντρα της Αλμπέρτας είναι το Έντμοντον (1.010.899 κάτοικοι), που είναι και η πρωτεύουσα της επαρχίας, και το Κάλγκαρι (1....Διαβάστε περισσότερα

Η Αλμπέρτα ή Αλβέρτα (αγγλικά: Alberta) είναι επαρχία του Καναδά.

Αν και βρίσκεται προς τη δυτική πλευρά του Καναδά, η Αλμπέρτα κατατάσσεται και μεταξύ των τριών επαρχιών των κεντρικών καναδικών πεδιάδων (αγγλικά: The Prairies· γαλλικά: Les Prairies). Η επαρχία συνορεύει ανατολικά με το Σασκάτσουαν, νότια με την πολιτεία της Μοντάνας των ΗΠΑ, δυτικά με τη Βρετανική Κολομβία και βόρεια με τα Βορειοδυτικά Εδάφη.

Η Αλμπέρτα έχει έκταση 661.848 τ.χλμ. που ισοδυναμεί στο 6,6% περίπου της έκτασης όλου του Καναδά και κατοικείται από 4.262.635 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021 και αντιπροσωπεύει το 11,5% του πληθυσμού της χώρας. Η Αλμπέρτα είναι η 6η μεγαλύτερη επαρχία του Καναδά ως προς την έκτασή της και 4η με βάση τον πληθυσμό της (μετά το Οντάριο, το Κεμπέκ και τη Βρετανική Κολομβία).

Τα κύρια αστικά κέντρα της Αλμπέρτας είναι το Έντμοντον (1.010.899 κάτοικοι), που είναι και η πρωτεύουσα της επαρχίας, και το Κάλγκαρι (1.306.784 κάτοικοι) σύμφωνα με την απογραφή του 2021.

Η επαρχία είναι πολύ πλούσια σε κοιτάσματα πετρελαίου, φυσικού αερίου και βιτουμινιούχων ανθράκων, από όπου επίσης εξάγεται πετρέλαιο. Χάρη στο πετρέλαιο, τα τελευταία χρόνια, η Αλμπέρτα γνωρίζει μεγάλη οικονομική άνθιση.

Η επαρχία πήρε το όνομά της από την αγγλίδα πριγκίπισσα Λουίζ Κάρολιν Αλμπέρτα (Princess Louise Caroline Alberta) (1848­–1939). Η πριγκίπισσα Λουίζ Κάρολιν Αλμπέρτα ήταν τέταρτη κόρη της βασίλισσας Βικτωρίας και σύζυγος του Τζον Ντάγκλας Σάδερλαντ Κάμπελ (John Douglas Sutherland Campbell), που διετέλεσε γενικός κυβερνήτης του Καναδά από το 1878 έως το 1883.

Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις για το 2023, ο πληθυσμός της Αλμπέρτας, ανέρχεται σε 4.695.290 κατοίκους.

Η σημερινή επαρχία της Αλμπέρτας κατοικήθηκε από αυτόχθονες Ινδιάνους από το 8000 π.Χ. Τον 16ο μ.Χ. αι., στην περιοχή κατοικούσαν Μαυροπόδαροι (αγγλ., Blackfoot· γαλλικά: Pieds noirs), Κρι και άλλες φυλές Ινδιάνων που ζούσαν κυρίως από το κυνήγι του βίσονα, του κάστορα και άλλων ζώων. Αργότερα στην περιοχή άρχισαν να καταφθάνουν και μιγάδες Μετί, που διώκονταν από νέους εποίκους που καταλάμβαναν τα ανατολικά και κεντρικά εδάφη του Καναδά.

Οι πρώτοι Ευρωπαίοι που έφτασαν στην περιοχή ήταν γάλλοι εξερευνητές, οι οποίοι το 1731 έχτισαν τα οχυρωμένους καταυλισμούς Λακ Λα Μπις (Lac La Biche) και Μποννυβίλ (Bonnyville). Το 1752, γάλλοι εξερευνητές έφτιαξαν το Οχυρό Λα Ζονκιέρ (Fort La Jonquière) στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται το Κάλγκαρι. Μετά την πτώση της Νέας Γαλλίας στα χέρια των Άγγλων, στην Αλμπέρτα άρχισαν να καταφθάνουν και βρετανοί εξερευνητές. Το 1788, βρετανοί έποικοι έφτιαξαν στην Αλμπέρτα δύο οχυρωμένους καταυλισμούς: το Οχυρό Τσίπιουαν (Fort Chipewyan) και το Οχυρό Βερμίλιον (Fort Vermillion).

 Φορτ Έντμοντον (Fort Edmonton)· πίνακας του Πωλ Κέιν (Paul Kane, 1810–1871), 1849–56

Στα επόμενα χρόνια, στην περιοχή φούντωσε το εμπόριο γούνας, αλλά και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στη βρετανικών συμφερόντων Εταιρεία του Κόλπου Χάντσον (Hudson's Bay Company) και στη γαλλοκαναδικών συμφερόντων Βορειοδυτική Εταιρεία (North West Company), για το ποιος θα έχει τον έλεγχο του εμπορίου γούνας. Με την ανάπτυξη του κυνηγιού και του εμπορίου της γούνας, στην περιοχή άρχισαν να καταφθάνουν πολλοί έποικοι και δημιουργήθηκαν νέοι οικισμοί, όπως το Οχυρό Έντμοντον. Ταυτοχρόνως στην περιοχή φούντωσε και ο θρησκευτικός ανταγωνισμός μεταξύ καθολικών και προτεσταντών ιεραποστόλων για τον εκχριστιανισμό των αυτοχθόνων.

 Γουνέμπορος ελέγχει το εμπόρευμά του στην Αλμπέρτα. Φωτογραφία του 1890 από τα Δημόσια Αρχεία του Καναδά Λογχοφόρος ιππέας της Βορειοδυτικής Έφιππης Χωροφυλακής. Από το περιοδικό Canadian Illustrated News, 1875

Το 1821 οι δύο ανταγωνίστριες εταιρείες της γούνας συνενώθηκαν, και το 1868 ο Καναδάς ανέλαβε τον έλεγχο της γης που ανήκε στην Εταιρεία του Κόλπου Χάντσον, γνωστή ως Γη του Ρούπερτ (Rupert's Land), και τη μετονόμασε σε Βορειοδυτικά Εδάφη. Δύο χρόνια αργότερα, το 1870, η κυβέρνηση του Καναδά κατήργησε όλα τα μονοπωλιακά δικαιώματα της Εταιρείας του Κόλπου Χάντσον στο εμπόριο της γούνας.

Από το 1868, η καναδική κυβέρνηση άρχισε να ενθαρρύνει την εποίκηση της Αλμπέρτας παραχωρώντας στους εποίκους γη που είχε πάρει από αυτόχθονες κατόπιν συμφωνιών.[1] Η άφιξη νέων εποίκων είχε ως αποτέλεσμα τις συγκρούσεις με τους αυτόχθονες, που έβλεπαν να χάνουν τη γη τους. Οι συγκρούσεις αυτές, η συστηματική εξόντωση των βισόνων από τους εποίκους, η εισαγωγή οινοπνευματωδών ποτών και η εισαγωγή νέων για την περιοχή ασθενειών, όπως η φυματίωση, είχαν καταστρεπτικές συνέπειες για τους αυτόχθονες.

Για να ελέγξει την κατάσταση στα Βορειοδυτικά Εδάφη, το 1873 η καναδική κυβέρνηση δημιούργησε τη Βορειοδυτική Έφιππη Χωροφυλακή (αγγλ., North West Mounted Police ή NWMP), που αργότερα εξελίχθηκε στη σημερινή Βασιλική Καναδική Έφιππη Αστυνομία ή Βασιλική Χωροφυλακή του Καναδά (αγγλ., Royal Canadian Mounted Police· γαλλ., Gendarmerie Royale du Canada). Η Βορειοδυτική Έφιππη Χωροφυλακή έφτιαξε το 1875 το Οχυρό Κάλγκαρι.

Οι νέοι έποικοι, αφού εξόντωσαν μέχρι σχεδόν οριστικής εξαφανίσης τον βίσονα, άρχισαν να εκτρέφουν βοοειδή και να καλλιεργούν σιτηρά. Έτσι δημιουργήθηκε ο θρύλος του καναδού καουμπόη. Σύντομα στην περιοχή δημιουργήθηκε και σιδηροδρομικό δίκτυο από την εταιρεία Canadian Pacific Railway, γεγονός που προκάλεσε νέες συγκρούσεις με τους αυτόχθονες Ινδιάνους.

Προς το τέλος του 19ου αι., η Βορειοδυτική Έφιππη Χωροφυλακή απέκτησε τον πλήρη έλεγχο της περιοχής και οι έποικοι — κυρίως Βρετανοί, Γερμανοί, Ουκρανοί και Σκανδιναβοί) — άρχισαν να καταφθάνουν κατά χιλιάδες. Ταυτοχρόνως οι έποικοι άρχισαν να πιέζουν την καναδική κυβέρνηση να αναγνωρίσει την περιοχή, που από το 1882 αποκαλούνταν Περιοχή της Αλμπέρτας (αγγλ., District of Alberta), ως επαρχία της χώρας. Τελικά, την 1η Σεπτεμβρίου του 1905, η Αλμπέρτα και το Σασκάτσουαν ανακηρύχθηκαν όγδοη και ένατη επαρχία του Καναδά.

Στα χρόνια του 1910 και 1920, στην περιοχή ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα πετρελαίου. Ωστόσο, η άντληση πετρελαίου άρχισε πολύ αργότερα· μόλις το 1947. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η Αλμπέρτα συνέχισε να αυξάνει πληθυσμιακά και οικονομικά, στηριζόμενη τόσο στη γεωργία όσο και στην εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων πετρελαίου.

Η Αλμπέρτα ήταν και είναι παραδοσιακά συντηρητική επαρχία. Από το 1935 έως το 1971, την επαρχία κυβέρνησε το υπερσυντηρητικό Κόμμα της Κοινωνικής Πίστης (αγγλ., Social Credit Party of Alberta). Από το 1971, την επαρχία κυβερνάει το Κόμμα των Προοδευτικών Συντηρητικών (αγγλ., Alberta Progressive Conservatives).

Το 1980, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Καναδά, υπό τον Πιέρ Έλιοτ Τρυντώ, έθεσε σε εφαρμογή το Εθνικό Πρόγραμμα Ενεργείας (αγγλ., National Energy Program· γαλλ., Programme énergétique nationale) για να αντιμετωπίσει την ενεργειακή κρίση του 1979[2]. Με το Εθνικό Πρόγραμμα Ενεργείας, η κυβέρνηση του Καναδά προσπάθησε να κάνει τη χώρα αυτάρκη σε πετρέλαιο και ανάγκασε την Αλμπέρτα να πωλεί το πετρέλαιο της εντός του Καναδά υπό ελεγχόμενες τιμές. Πολλοί πολιτικοί και κάτοικοι της Αλμπέρτας θεώρησαν ότι αυτή κίνηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης αποτελούσε ωμή κλοπή του ορυκτού πλούτου της επαρχίας και έτσι άρχισε σιγά–σιγά να φουντώνει στην επαρχία ένα αυτονομιστικό κίνημα. Το κίνημα αυτό δεν έλαβε ποτέ μεγάλες διαστάσεις, όπως π.χ. το αυτονομιστικό κίνημα του Κεμπέκ, και έσβησε οριστικά το 1985, όταν η κυβέρνηση του Καναδά, υπό τον συντηρητικό Μπράιαν Μαλρούνεϋ, κατήργησε το Εθνικό Πρόγραμμα Ενέργειας. Πάντως, έκτοτε οι Αλμπερτιανοί κάνουν λόγο για «δυτική αποξένωση» (αγγλ., western allienation).

Στις ομοσπονδιακές εκλογές του 2006, η Αλμπέρτα εξέλεξε μόνο βουλευτές του Συντηρητικού Κόμματος του Καναδά, μεταξύ των οποίων και τον πρωθυπουργό της χώρας Στήβεν Χάρπερ.

Πολλές από αυτές τις συμφωνίες ανάμεσα στην καναδική κυβέρνηση και τους αυτόχθονες Ινδιάνους δεν έγιναν σεβαστές από τη μεριά της καναδικής κυβέρνησης και αποτέλεσαν και αποτελούν ακόμα και σήμερα αντικείμενο μεγάλων δικαστικών διαμαχών. Η ενεργειακή κρίση του 1979 ήταν αποτέλεσμα διαδοχικών περιορισμών στην παραγωγή και αυξήσεων στις τιμές του αργού πετρελαίου, που επέβαλε το καρτέλ του OPEC, σε συνδυασμό με την πολιτική αστάθεια στο Ιράν (εκτόπιση του Σάχη, κ.λπ.). Είχε ήδη προηγηθεί η πρώτη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση του 1973 κατά την περίοδο του Αραβοϊσραηλινού πολέμου του Γιομ Κιπούρ.
Photographies by:
Michael Rogers - CC BY-SA 3.0
Statistics: Position
3171
Statistics: Rank
36756

Προσθήκη νέου σχολίου

CAPTCHA
Security
926341578Click/tap this sequence: 3454
Esta pregunta es para comprobar si usted es un visitante humano y prevenir envíos de spam automatizado.

Google street view

Where can you sleep near Αλμπέρτα ?

Booking.com
504.292 visits in total, 9.227 Points of interest, 405 Destinations, 57 visits today.